11ο Δημοτικό Σχολείο Κοζάνης

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΚΟΖΑΝΗΣ

Αρχαίοι χρόνοι

Στη θέση που κατέχει σήμερα η πόλη, υπήρχαν οικισμοί από την προϊστορική εποχή μέχρι τη ρωμαϊκή περίοδο. Αυτά μαρτυρούν τα αντικείμενα του σιδήρου που βρέθηκαν στον Άγιο Αθανάσιο, στο κλασικό νεκροταφείο στην οδό Φιλίππου, στο ρωμαϊκό νεκροταφείο στα "Τρία Δέντρα", όπου τον Οκτώβριο του 1991 αποκαλύφθηκε ρωμαϊκός τάφος με λάρνακα και τέσσερα κεφάλια αγαλμάτων με γυναικείες μορφές.

Ίδρυση – Ονομασία

        Κατά τον 13ο ή 14ο αιώνα, τα στοιχεία που έχουμε  δείχνουν ότι στη θέση της Κοζάνης υπήρχε ένα μεγάλο δάσος, μακριά από κάθε γνωστή διάβαση ή οδική σύνδεση των τότε μεγάλων κέντρων. Στο τέλος του 14ου αιώνα επιδρομές ξένων και κυρίως των Τούρκων, ανάγκαζαν τους πληθυσμούς ελληνικών πόλεων και χωριών να ξεριζώνονται ομαδικά και παρουσιάζεται έτσι το φαινόμενο της ίδρυσης πολλών νέων ελληνικών οικισμών σε δασώδη μέρη παντού στη Μακεδονία. Φεύγοντας από τις διώξεις των καινούργιων κατακτητών φαίνεται πως Έλληνες Χριστιανοί από την Ήπειρο, χτυπημένοι στην πατρίδα τους από τους κατακτητές, τραβήξανε ανατολικά και εγκαταστάθηκαν στις σημερινές συνοικίες "Σκ΄ρκα" και "Ζαμάρα".  Αυτοί οι καταδιωγμένοι απετέλεσαν τον πυρήνα της σημερινής πόλης (1430). Πρωτύτερα υπήρχαν μικροί συνοικισμοί στις θέσεις "Σώποτο" και "Τρία Δέντρα". Λίγα χρόνια αργότερα, μερικές οικογένειες από τα Σέρβια προστέθηκαν στον καινούργιο οικισμό, όταν στα μέρη τους οι Τούρκοι εγκατέστησαν Κονιάρηδες (Τούρκους από το Ικόνιο της Μικράς Ασίας). Και πάλι λίγα χρόνια αργότερα (1450) μετατέθηκαν και οι οικογένειες από το  "Σώποτο" στην Κοζάνη και ο συνοικισμός πήρε τη μορφή χωριού με μόνιμη εγκατάσταση των κατοίκων και κύρια απασχόληση την κτηνοτροφία και τη γεωργία. Από το 1450 μέχρι το 1612, οι συνεχείς εγκαταστάσεις των άγριων Κονιάρηδων Τούρκων στις γύρω εύφορες περιοχές, αναγκάζουν τους Έλληνες να καταφεύγουν στην Κοζάνη (κάτοικοι Καραγιανναίων, Εορδαίας και Σερβίων) η οποία αποτελεί πια μια νησίδα του ελληνισμού μέσα στον τούρκικο ωκεανό που την περιβάλλει και οι κάτοικοι της "οικούν ως πρόβατα εν μέσω λύκων" όπως γράφει ο Μητροπολίτης Ευγένιος.

Τότε πρωτοφάνηκε το όνομα Κοζάνη ή Κόζιανη όπως τη λένε μέχρι σήμερα οι παλιοί Κοζιανίτες και το πιθανότερο είναι ότι το όνομα προέρχεται από την "Κόσδιανη" ή "Κόστιανη", χωριό στη Ήπειρο, το οποίο καταστράφηκε εκείνη την εποχή και από όπου ήρθανε οι πρώτοι κάτοικοι μεταφέροντας τα έθιμα και τις συνήθειες τους. Οι άλλες θεωρίες για την ονομασία δεν έχουν καμία ιστορική ή επιστημονική βάση.
        Φυσικό είναι πως η πρώτη δουλειά των ανθρώπων ήταν να εξασφαλίσουν τη στοιχειώδη τους ύδρευση, να κάνουν μια τουλάχιστον πλατεία και να χτίσουν εκκλησίες που προηγούνταν από τα σπίτια, όπως και σήμερα στα χωριά μας.
Από το 1612 περίπου μέχρι και πριν από το 18ο αιώνα παρακολουθούμε με κάπως μεγαλύτερη βεβαιότητα την εξέλιξη και την αύξηση του πληθυσμού τις ομαδικές μεταναστεύσεις της εποχής. Γύρω στα 1650 μια ομάδα πενήντα οικογενειών από τα Ακροκεράννια με αρχηγό τον Παπαγκίκα καταφεύγουν στην Κοζάνη και την ίδια εποχή, με την καταστροφή του Χτενιού από τους Αρβανίτες, άλλες εκατόν είκοσι οικογένειες φτάνουν στην Κοζάνη έχοντας για αρχηγό τους τον μεγαλοκτηνοτρόφο Ιωάννη Τράντα ή Τραντογιάννη. Γύρω στα 1692 πολλοί Σερβιώτες γίνονται Κοζανίτες, έτσι ώστε η διαφορά στον πληθυσμό της Κοζάνης να είναι φανερή. Ενώ αυξάνεται το χωριό "Κόζιανη" και γίνεται κωμόπολη, οι γύρω κωμοπόλεις, σαν τα Σέρβια και τη Βάνιτσα γίνονται χωριά.  

 


Ο γιος του Τραντογιάννη, Χαρίσης Τράντας, αφού έμεινε χρόνια στη Ρωσία και κληρονόμησε μεγάλη περιουσία από ένα θείο του, πήρε από την Πόλη φιρμάνι του σουλτάνου με προνόμια για τη Κοζάνη, που εξασφάλιζε την απαλλαγή των Κοζανιτών από ορισμένους φόρους, απαγόρευε στους μουσουλμάνους να «κονακιάζουν» στην πόλη, όταν περνούσε από μέσα στρατός έπρεπε να ξεπεταλώνουν τα άλογα (γι’ αυτό και προτιμούσαν να περνούν από έξω) και είχαν ελευθερία στην άσκηση των θρησκευτικών τους γιορτών. Πληρώνανε ένα ειδικό φόρο στο σουλτάνο και στην πόλη βρισκότανε αντιπρόσωπος βακουφιού και όχι Τούρκος φεουδάρχης. 
Αυτή ακριβώς η προνομιακή θέση της πόλης έδωσε από την μία μεριά ώθηση στην ανάπτυξή της και από την άλλη τη φύλαξη απ’ ότι υποφέρανε άλλες χριστιανικές πόλεις στη Δυτική Μακεδονία.

Η Κοζάνη στα χρόνια της Τουρκοκρατίας.

        Η πρώτη βιοτεχνική κι εμπορική ανάπτυξη θα πρέπει να πέφτει γύρω στα 1650 και τα πρώτα βιοτεχνικά προϊόντα ήταν οι αλατζάδες, τα κιλίμια, οι κάπες και τα νήματα. Την ίδια περιοχή μερικοί Κοζανίτες (όπως και Σερβιώτες και άλλοι Δυτικομακεδόνες) άρχισαν εμπόριο με την πιο κοντινή, εμπορική, χριστιανική χώρα, την Αυστροουγγαρία. Αυτή ήταν φυσική διέξοδος, γιατί εφόσον οι Κονιάρηδες είχαν καταλάβει τις πιο πλούσιες γεωργικές περιοχές και η Κοζάνη αυξανόταν σε πληθυσμό χωρίς να έχει την αντίστοιχη  καλλιεργήσιμη γη, οι κάτοικοι στράφηκαν στην ανάπτυξη του εμπορίου και της βιοτεχνίας.


Ο Χαρίσης Τράντας λοιπόν, για τον οποίο μιλήσαμε, άρχιζε να χτίζει στην πόλη, τα πρώτα δίπατα σπίτια. Ένα από τα  πιο όμορφα που σωζόταν μέχρι το 1911 ήταν γνωστό σαν «το σπίτι του Καρατζέτζου». Ο Χ. Τράντας ήταν ο πρώτος που άρχισε να δίνει αστική μορφή στον καινούργιο οικισμό. Δημιούργησε ολόκληρη συνοικία, τον γκιουλέρ – μαχαλά και αγορά για την πόλη, τη δεντροφύτεψε με πλάτανους, έκανε βρύσες και θεμελίωσε το 1664 την εκκλησία του Αγίου Νικολάου. Την ίδια εποχή η Κοζάνη είχε τέσσερις ενορίες κιόλας και οι παπάδες διδάσκανε τα πρώτα γράμματα στα Κοζανιτόπουλα.
Η πόλη οργανώθηκε σε κοινότητα και με τα ισχύοντα εκείνη την εποχή, ο πιο μεγάλος και ο πιο πλούσιος άρχοντας, πέτυχε να θέσει την Κοζάνη στην προστασία της μητέρας του  Σουλτάνου, να την κάνει «Μαλικιανέ». Εκείνος μάλιστα που πήρε και το φιρμάνι (με αυτό απαγορεύεται να εγκατασταθούν στην πόλη Τούρκοι) με τα προνόμια για τη πόλη κι έχτισε τα καλύτερα οικήματα, ο Χαρίσης Τράντας, γίνηκε η κεφαλή, ο προεστός, ο «μπασιάς» όπως τον αποκάλεσαν.


        Αυτή η οικονομική ανάπτυξη τόσο απ’ την ίδια την πόλη, όσο κι απ’ τους απόδημους, η αύξηση του πληθυσμού κι η επαφή με ευρωπαϊκές χώρες που είχαν ανώτερο εκπολιτιστικό επίπεδο, προκάλεσαν και την ανύψωση του πληθυσμού στην ίδια την Κοζάνη. Αφού ικανοποιήθηκαν οι ανάγκες εγκατάστασης και επιβίωσης, φυσική έγινε η τάση για καλύτερη ζωή, για μεγαλύτερη άνεση, για πολυτέλεια ακόμα. Καλλιτέχνες αρχίζουν να κοσμούν τα σπίτια με ξυλόγλυπτα και χάλκινα αντικείμενα και ζωγραφιές,  αναπτύσσεται  αρχιτεκτονική με βάση ρίζες βυζαντινές, ο κόσμος αρχίζει να φέρεται καλύτερα, η αστική τάξη ανδρειώνεται. Τα χρήματα απ’ το ταμείο της κοινότητας και τα εμβάσματα των αποδήμων διατίθενται το 1668 για την ίδρυση και λειτουργία του πρώτου σχολείου, της φημισμένης «Σχολής της Κοζάνης». Απ’ το 1745 η Σχολή της Κοζάνης αναπτύσσεται σ’ ένα μικρό "πανεπιστήμιο".. Μαζί με λιγοστές άλλες πόλεις στη χώρα μας και την εποχή που τα τωρινά μεγάλα κέντρα ήταν ανύποπτα Τουρκοχώρια, η Κοζάνη αποτελούσε εστία φωτός και μάθησης. Το κορύφωμα ήταν η διδασκαλία του μεγάλου διδασκάλου του γένους, του Ευγενίου Βούλγαρη, στην σχολή αυτή απ’ το 1747 ως το 1752 κι η παράδοση που δημιουργήθηκε απ’ αυτόν. 
Στις αρχές του 19ου αιώνα κυριαρχεί στη σκηνή της Κοζάνης η φυσιογνωμία του σχολάρχη Στέφανου Σταμκίδη, του ιεροδιάκου Χαρίση Μεγδάνη και των αδελφών Τακιατζή. Στα 1809 χτίζεται καινούργιο σχολείο και το 1813 ιδρύεται η περίφημη βιβλιοθήκη μας, που αποτελεί σήμερα την σπουδαιότερη βιβλιοθήκη σ’ όλη τη επαρχιακή Ελλάδα.


Στο 1721 βάζουνε όλοι οι πολίτες χρήματα και ανακαινίζεται η εκκλησία του Αγίου Νικόλα. Γίνεται μεγαλόπρεπη και τοποθετούνται μεγάλες καμπάνες. Το 1730 η εκκλησία αγιογραφήθηκε από τους Γιαννιώτες αδελφούς Νικόλαο και Θεόδωρο Το 1745 οι Κοζανίτες πετυχαίνουν να μετονομαστεί η παλιά Μητρόπολη Σερβίων σε Μητρόπολη Σερβίων και Κοζάνης (τίτλος που διατηρήθηκε μέχρι και σήμερα) και χτίζεται το κτίριο της επισκοπής που θεωρήθηκε σαν «η κορωνίς» όλων των άλλων. Τον ίδιο χρόνο, με άδεια του Πατριάρχη, η Κοζάνη έγινε έδρα επισκοπής.
Στα 1747 υπάρχουν οι πρώτες γραπτές αποδείξεις ότι Αιγύπτιοι Χριστιανοί, άγνωστο πότε ακριβώς και από πού είχαν έρθει, κατοικούσαν την συνοικία που και σήμερα ονομάζεται «Γύφτικα».


Το εμπόριο με το εξωτερικό βρισκόταν στην ακμή του. Μεγάλα καραβάνια ξεκινούσαν από την Κοζάνη, όπως και από την Σιάτιστα, την Καστοριά, τη Σαμαρίνα, τη Μοσχόπολη και φορτωμένα με μάλλινα, νήματα, κρόκο και άλλα είδη του τόπου τραβούσαν από τους φυσικούς δρόμους που αποτελούσαν οι Κοιλάδες του Αλιάκμονα και του Αξιού και έφταναν στο Βελιγράδι. Το εμπόριο των Κοζανιτών επεκτείνονταν και στη Ρουμανία, στη νότια Γερμανία, στην Τεργέστη, και στην Βενετία. Κι από τότε, αλλά κυρίως αργότερα όταν άρχισε να πέφτει η Οθωμανική Αυτοκρατορία και το εσωτερικό της το ρήμαζαν τα άτακτα στίφη του στρατού και των Αρβανιτάδων, πολλοί Κοζανίτες είχαν εγκατασταθεί μόνιμα στις πόλεις της κεντρικής Ευρώπης χωρίς ακόμα να σπάσουν τους δεσμούς με την γενέτειρά τους.  
Μ’ αυτή τη στενή επικοινωνία το Κοζανίτικο λεξιλόγιο πλουτίζεται με πολλές ατόφιες γερμανικές και μαγιάτικες λέξεις που χρησιμοποιούνται ακόμα απ’ το λαό μας.

 

 

 

 


Την εποχή του ξεσηκώματος του έθνους  πολλοί Κοζανίτες και στα ξένα και στην Κοζάνη είχανε μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία (Γεώργιος Λασσάνης και Νικόλαος Κασομούλης). Πολλοί υπήρξανε συνεργάτες του ίδιου του Ρήγα, ενώ οι Κοζανίτες λόγιοι στην Τεργέστη και στη Βιέννη διαφωτίζανε την Ευρωπαϊκή κοινή γνώμη. Η Κοζάνη βρέθηκε στο κέντρο της διακίνησης των Τούρκικων στρατευμάτων,
Μετά την καταστροφή της Νάουσας οι Κοζανίτες κρύψανε και φυγαδεύσανε πολλούς πρόσφυγες, πράγμα που εξαγρίωσε τον Αμπουλαμπούτ Πασά, τον πορθητή της Νάουσας, κι εξεστράτευσε κατά της Κοζάνης. Η πόλη σώθηκε από τη σύληση  χάρη στην πολικότητα του Δεσπότη Βενιαμίν που διαδέχτηκε τον Διονύσιο το 1815.
Το 1830 ο νικημένος στη μάχη της Πέτρας Λιβαδειάς Ασλάν Μπέης μπαίνει με 2.000 Αρβανίτες στην Κοζάνη, την κρατάει είκοσι εφτά μέρες και τη λεηλατεί συστηματικά σκάβοντας ακόμα και τις κρυψώνες. Τα σπουδαιότερα καλλιτεχνικά αντικείμενα, έγγραφα μεγάλης αξίας και ότι υπήρξε σε μάλαμα και ασήμι χάθηκε σ’ εκείνη την επιδρομή.
Χρόνια χρειάστηκαν για να αναλάβει και πάλι, μόνο σχετικά, η Κοζάνη απ’ την ερήμωση. Οι πλουσιότερες οικογένειες φύγανε οριστικά κι αυτοί που μείνανε αντιμετώπισαν το χάος, αλλά με τη γνωστή Κοζανίτικη εγκαρτέρηση που δείξανε παλαιότερα οι πρώτου άποικοι.

Η πόλη παύει να τελεί υπό την προστασία της μητέρας του Σουλτάνου το 1855.

Το 1878 Κοζανίτες συμμετέχουν στην επανάσταση του Μπούρινου.


Το 1879 η κοινότητα έγινε Δήμος με πρώτο δήμαρχο το Ν. Χαλκιά και το 1882 η επισκοπή μετατράπηκε σε Μητρόπολη

Ο 20ος αιώνας μπαίνει με γενική αναταραχή στη Μακεδονία. Πολλοί είναι οι Κοζανίτες αγωνιστές και οι Μακεδονομάχοι που πήραν μέρος στον Μακεδονικό Αγώνα, ενώ  η ίδια η πόλη είχε το λεγόμενο «Εθνικό Κέντρο Αμύνης». Το 1903 ο Παύλος Μελάς ήρθε ειδικά για την Κοζάνη απ’ την Αθήνα και συζήτησε με τους Κοζανίτες κυρίως για τον αγώνα. Απ’ το 1905 ως το 1907 συλλαμβάνονται Κοζανίτες αγωνιστές, είτε από προδοσία των Τούρκων, είτε από κατασχέσεις αλληλογραφίας σχετικής με τον Μακεδονικό Αγώνα, γίνονται συμπλοκές μέσα την πόλη με κρυμμένα αντάρτικα σώματα, δολοφονούνται κάτοικοι εξ’ απ’ την πόλη από συμμορίες Τούρκων. Η Τουρκική επανάσταση τον Ιούλιο του 1908 και η ανακήρυξη του νεοτουρκικού συντάγματος γελάει και τους Κοζανίτες όπως όλους τους υπόδουλους. Ο Κοζανίτικος λαός ξεχύνεται στα Δημισκιάδικα για να γιορτάσει την δήθεν ελευθερία του. Αντί αυτής θα ακολουθήσει σκλήρυνση της Τουρκικής κατοχής.  Στις πρώτες εκλογές για την τούρκικη βουλή εκλέγεται ο Κοζανίτης Κ. Δρίζης.

 

 

Απελευθέρωση – Νεότεροι χρόνοι.

        Οι εχθροπραξίες στο νότιο μέτωπο του βαλκανικού πολέμου αρχίσανε τις 5 Οκτωβρίου, στις 10 Οκτωβρίου είχε πέσει κιόλας στα Σέρβια και στις 11 μέρα Πέμπτη το απόγευμα, τα πρώτα ελληνικά τμήματα μπήκανε στην Κοζάνη, όπου τα υποδέχτηκε ένας αλλόφρονος από ενθουσιασμό πληθυσμός με επικεφαλής τον δεσπότη  Φώτιο και τον δήμαρχο Αρμενούλη. Στις 12 του μηνός μπήκε στην πόλη ο Αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος και στις 14 ο βασιλιάς. Οι Τούρκοι υπάλληλοι φύγανε κι η ελληνική διοίκηση σταθεροποιήθηκε. Η Κοζάνη γίνηκε έδρα νομού με πρώτο νομάρχη το Γεώργιο Χωματιανό. Το 1923 και 1924 οι λίγοι Τούρκοι της πόλης κι όλης της στενής περιοχής φύγανε για την Τουρκία και εγκαταστάθηκαν αδερφοί Έλληνες απ’ τα χαμένα για τον Ελληνισμό μέρη της Ανατολής. Μέσα στην Κοζάνη ιδρύθηκε προσφυγικός συνοικισμός στη νότια έξοδο της πόλης, γνωστός σήμερα σαν ο «συνοικισμός».
Απ’ το 1926 είχε ηλεκτροφωτιστεί κι αποκτήσει κινηματογράφους και στα πρόθυρα του δεύτερου πολέμου μερικές μικρές βιομηχανίες, Η σύνδεση με τ’ άλλα κέντρα του νομού, τη Δυτική και Κεντρική Μακεδονία και τη Θεσσαλία μετέβαλε την Κοζάνη απ’ το απόμερο χωριό απ’ την εποχή της ίδρυσης του σε κέντρο συγκοινωνιών στη δεκαετία του 1930 – 1940.
Το φθινόπωρο του 1939 η Κοζάνη γνώρισε τον πυρετό του πολέμου με μια τοπική επιστράτευση και στάθμευση στρατηγείου για τυχόν απόκρουση εισβολέων απ’ την Αλβανία. Με την κήρυξη του πολέμου στα 1940 τα περισσότερα Κοζανιτόπουλα βρισκότανε στα τμήματα της πρώτης γραμμής κι η Κοζάνη έδρα της Διεύθυνσης των επιχειρήσεων στους πρώτους μήνες. Η πόλη βομβαρδίστηκε από γερμανικά στούκας τον Απρίλιο του 1941, όταν πλησιάζανε οι Γερμανοί και τότε καταστράφηκε, μετά άλλων, το καινούργιο μας Δημαρχείο και το πάνω μέρος του ιστορικού καμπαναριού. Η ανάπτυξη των απελευθερωτικών κινημάτων το 1943 και η βίαιη αντίδραση των



Γερμανών οδήγησε πολλούς Κοζανίτες στην πρώτη γραμμή του καθήκοντος, στις φυλακές, στα στρατόπεδα και στα εκτελεστικά αποσπάσματα. Το 1944 η Κοζάνη γίνεται πεδίο της σύγκρουσης αλληλομαχόμενων μερίδων, γίνονται μάχες μέσα στην πόλη και στη γύρω στενή περιοχή. Το Νοέμβριο του 1944 οι Γερμανοί αποχωρούν και ακολουθεί άλλη μια έκρυθμη κατάσταση ως την άνοιξη σχεδόν του 1945, οπότε και πάλι η Κοζάνη ορίζεται έδρα Γενικής Διοίκησης Δυτικής Μακεδονίας, Μια πυρκαγιά το 1948 ρημάζει το κεντρικό τμήμα της πόλης και το τέλος του πολέμου στα 1950 βρίσκει την Κοζάνη σε μια περίεργη θέση. Τραυματισμένη βαριά απ’ την κατοχή και τον πόλεμο κατεστραμμένα τα σπίτια, οι δρόμοι και οι πλατείες της, αλλά μια αξιοθαύμαστη δύναμη γι’ αναδημιουργία σε μια θέση που σύντομα φαίνεται ότι είναι ευνοϊκή για την ανάπτυξη της.
Από το 1960 άρχισαν τα άλματα με τα έργα της Πτολεμαΐδας, με τα εμβάσματα της Γερμανίας, με την εισαγωγή καινούργιων σπόρων και μεθόδων αγροτικής καλλιέργειας, με την απορρόφηση των ανέργων η Κοζάνη άρχισε ν’ αναπτύσσεται οικονομικά.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Παπακωνσταντίνου, Μιχάλης (1994), Η Γιαγιά μου η Ρούσα  Αθήνα: Βιβλιοπωλείο της «Εστίας».

Παπακωνσταντίνου, Μιχάλης (1996). Η Πέτρινη Πόλη  Αθήνα: Βιβλιοπωλείο της «Εστίας».

Παπακωνσταντίνου, Μιχάλης  (1998). Μια Βορειοελληνική Πόλη στην Τουρκοκρατία: Ιστορία της Κοζάνης. (2η Έκδοση). Αθήνα: Βιβλιοπωλείο της «Εστίας».

Ηλιάδου-Τάχου, Σοφία (2001) Η εκπαίδευση στη Δυτική και Βόρεια Μακεδονία (1840-1914), Θεσσαλονίκη: Ηρόδοτος.

Γκολομπιάς, Γεώργιος ( 1996). Οι  Καρτ-Ποστάλ της Κοζάνης (1904-1925),  Κοζάνη: Ινστιτούτο Βιβλίου και Ανάγνωσης.

Βακαλόπουλος, Κ. (1982) Ιστορία του Βόρειου Ελληνισμού. Θεσσαλονίκη: Κυριακίδης

Λιούφης, Παναγιώτης Ν. (1924) Ιστορία της Κοζάνης, Αθήνα: Ιωαν. Βάρτσου.

Οδηγός Περιήγησης - Δυτική Μακεδονία (1999) Κοζάνη: Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας.

Σιαμπανόπουλος, Κωνσταντίνος. (1993). Ο Νομός Κοζάνης στο χώρο και στο Χρόνο, Κοζάνη: Συνδεσμος Γραμμάτων και Τεχνών Ν. Κοζάνης.

Αθ. Σιαμπανόπουλος (2005) Μνήμες  Κοζάνης Κοζάνη ΙΝ.Β.Α.

Ημερολόγιο Δυτικής Μακεδονίας, 1961

Top